αραμπάς

αραμπάς
ο
(λ. τουρκ.), αμάξι τετράτροχο ή δίτροχο που το σέρνουν βόδια ή άλογα: Στις μέρες μας ο αραμπάς κοντεύει να λείψει.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αραμπάς — ο άμαξα, κάρρο που το σέρνουν βόδια ή άλογα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. araba] …   Dictionary of Greek

  • Mariza Koch — Μαρίζα Κωχ Mariza Koch, 2008. Background information Born 1944 (age 66–67) …   Wikipedia

  • βοϊδάμαξα — η άμαξα που σέρνεται από βόδια, αραμπάς: Στα παλιά χρόνια, πολλές μεταφορές στα χωριά γίνονταν με βοϊδάμαξες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”